- αμίοψις
- (amiopsis). Γένος ψαριών της υπέρταξης των ολόστεων, που έχει εκλείψει. Απολιθωμένα λείψανά τους βρέθηκαν στην Αγγλία και το Βέλγιο, σε γεωλογικά στρώματα που τοποθετούνται χρονικά στην κρητιδική περίοδο του δευτερογενούς αιώνα.
Dictionary of Greek. 2013.